Το αναπτυξιακό όραμα για την Ελλάδα στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα είναι η διασφάλιση μιας βιώσιμης ανάπτυξης, η οποία εξασφαλίζει υψηλά επίπεδα απασχόλησης και κοινωνικής ευημερίας των πολιτών, όχι μόνο της παρούσας γενεάς αλλά και των επόμενων γενεών.
Η ανάκαμψη της οικονομίας σήμερα είναι ορατή. Από εμάς εξαρτάται η δυναμική της, η γεωμετρική βελτίωση του ρυθμού της. Ταυτόχρονα έχουν ήδη συντελεστεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο επίπεδο της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης με πολύ πιο αυστηρή, συνεπή και συνεκτική εποπτεία όχι μόνο στο δημοσιονομικό, αλλά και στο χρηματοοικονομικό και ευρύτερα στο οικονομικό πεδίο.
Το βελτιωμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο ρύθμισης και εποπτείας των αγορών, όπως η δρομολόγηση της δημιουργίας της Τραπεζικής Ένωσης, θα συμβάλλει στην άρση των στρεβλώσεων του κατακερματισμένου χρηματοπιστωτικού τομέα, στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του και στην εξομάλυνση της ρευστότητας και της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας. Το νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον συνεπάγεται αυξημένες ευθύνες, αλλά περιλαμβάνει και μεγάλες ευκαιρίες για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, που πρέπει πλήρως να αξιοποιηθούν.
Κεντρική προτεραιότητα, του αμέσως επόμενου διαστήματος, είναι η υλοποίηση της Στρατηγικής «Ελλάδα 2020» – στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» – με την προώθηση αναπτυξιακών πολιτικών που δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας πιο ανταγωνιστικής οικονομίας με περισσότερες θέσεις εργασίας. Στόχος, οι τομείς που θα αποτελέσουν τους οδηγούς της ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια να συνεισφέρουν σημαντικά στην απασχόληση, την καινοτομία, την ενεργειακή βιωσιμότητα.
Προκειμένου να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη, δηλαδή μεγέθυνση του εισοδήματος χωρίς μελλοντικά αυτό να υπονομεύεται από υπερβολικά χρέη ή δημοσιονομικούς εκτροχιασμούς, πρέπει υποχρεωτικά να περνάει από το δρόμο της διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης και της αύξησης παραγωγικότητας/ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Αυτό σημαίνει μετατόπιση πόρων (ανθρώπινων και υλικών) από τον προστατευόμενο εσωστρεφή (κρατικό και κρατικοδίαιτο) τομέα της οικονομίας στον εκτεθειμένο στον διεθνή ανταγωνισμό τομέα της οικονομίας (εξαγωγών και υποκατάστασης εισαγωγών).
Για να επιτευχθεί αυτή η μεταστροφή, το κράτος πρέπει να δρα «έξυπνα», μέσω ενίσχυσης των καταλλήλων εργαλείων «υποβοήθησης» των μηχανισμών που διαθέτουν οι αγορές χρήματος και κεφαλαίου και του ρυθμιστικού πλαισίου υποδοχής και ανάπτυξης της καινοτόμας επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. Αυτονόητη, επομένως, είναι η διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου παραγωγής, το οποίο θα οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη και την ευημερία, αφήνοντας πίσω τις έκτακτες περιοριστικές πολιτικές των μνημονίων. Παρά τη νεοφιλελεύθερη προσπάθεια κατασυκοφάντησης του δημοσίου χώρου και την ιδεοληπτική εμμονή στην άμεση αποχώρηση του κράτους από την αγορά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το όποιο αναπτυξιακό μοντέλο συγκροτείται, εξ ορισμού, από τις ασκούμενες δημόσιες πολιτικές που στηρίζουν και σέβονται βεβαίως τις πρωτοβουλίες της αγοράς και του ιδιωτικού τομέα. Μάλιστα, ο ρυθμιστικός και εγγυητικός ρόλος του κράτους, η δημόσια εποπτεία και ο κρατικός έλεγχος, κατά την αξιοποίηση του παραγωγικού προτύπου, με μοχλό τον διάλογο των κοινωνικών εταίρων και των παραγωγικών φορέων, εγγυάται την ισορροπημένη και αποτελεσματική εφαρμογή των κατάλληλων διοικητικών μέσων για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων. Ο καθοριστικός ρόλος του κράτους τόσο κατά το σχεδιασμό όσο και κατά την εφαρμογή του νέου παραγωγικού προτύπου αναδεικνύεται, με διαφορετικό τρόπο, και στις τρεις κρίσιμες ενότητες πολιτικών του νέου εθνικού αναπτυξιακού μας μοντέλου, οι οποίες είναι οι εξής: Η πολιτική επενδύσεων, η πολιτική ανταγωνισμού και η πολιτική αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.
Το νέο παραγωγικό – αναπτυξιακό πρότυπο βασίζεται στα προφανή συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και τους ενδογενείς της πόρους: στη γη και τους ανθρώπους.
Γη σημαίνει αγροτική παραγωγή, χωροταξικός σχεδιασμός, περιβάλλον, τουρισμός, θάλασσα, αλιεία, ναυτιλία, υποδομές, δάση και ορεινές περιοχές, τοπίο, πολιτισμός, ορυκτός πλούτος κοκ.
Άνθρωποι σημαίνει εκπαίδευση και επιμόρφωση, δεξιότητες, διανοητικό κεφάλαιο, έρευνα, καινοτομία, επιχειρηματικότητα και κυρίως εργασία κοκ.
βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, βασισμένης στην έρευνα, την τεχνολογία, την καινοτομία και όχι σε μια χαμένη εκ των προτέρων κούρσα μείωσης κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων και αποδοχών. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για τη λήψη νέων μέτρων αυτής της λογικής.Μια ανάπτυξη που θα υπηρετεί το γενικό συμφέρον και θα δημιουργεί προοπτικές για το μέλλον. Που θα περνάει μέσα από τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης και την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, χωρίς να υπονομεύεται από τη δημιουργία νέων χρεών και την απώλεια του δημοσιονομικού ελέγχου.Τώρα λοιπόν είναι η ώρα ανασυγκρότησης της οικονομίας. Τώρα μπαίνουν τα θεμέλια για τα επόμενα χρόνια.
Τώρα είναι η ώρα των μεγάλων αποφάσεων για τη λειτουργία του κράτους, των θεσμών.
Τώρα είναι η ώρα για μια νέα ΕΘΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ που θα κινητοποιεί για την επίτευξη αυτών των στόχων, όλες τις ζωντανές και παραγωγικές δυνάμεις της χώρας. Όλες τις δυνάμεις του έθνους, όλες τις δυνάμεις της περιφέρειας, όλες τις ηλικίες.